Η αιμοδοσία μειώνει τον κίνδυνο για χρόνιες παθήσεις
Μελέτες έχουν δείξει ότι οι συστηματικοί αιμοδότες (αυτοί που δίνουν αίμα τουλάχιστον 2 φορές τον χρόνο) διατρέχουνμικρότερο κίνδυνο να εμφανίσουν χρόνιες ασθένειες. Το όφελος πιστεύεται ότι προέρχεται από τον λιγότερο σίδηρο που κυκλοφορεί στο αίμα. Η οξείδωση του σιδήρου προκαλεί βλάβες στα κύτταρα και τους ιστούς (όταν βρίσκεται σε μεγαλύτερα από τα φυσιολογικά επίπεδα).
Σε κάθε αιμοδοσία λαμβάνονται 450 ml ενώ ο συνολικός όγκος αίματος του σώματος είναι 7 λίτρα. Οι άνδρες πρέπει να περιμένουν 12 εβδομάδες για να ξαναδώσουν αίμα και οι γυναίκες 16 εβδομάδες.
Αιμοδοσία και αναπλήρωση
Οταν ένας άνθρωπος δίνει αίμα, ουσιαστικά δίνει το ένα εικοστό του αίματός του, το οποίο περιέχει κύτταρα πολύτιμα για τον οργανισμό, όπωςερυθρά αιμοσφαίρια (είναι αυτά που μεταφέρουν οξυγόνο και θρεπτικά συστατικά) και αιμοπετάλια (είναι τα κύτταρα που παίζουν ρόλο στην πηκτικότητα του αίματος). Αφαιρείται επίσης πλάσμα (είναι ένα ωχροκίτρινο υγρό μέσα στο οποίο αιωρούνται τα κύτταρα του αίματος και περιέχει πρωτεΐνες, σάκχαρα και άλλα πολύτιμα για τον οργανισμό στοιχεία).
Ο οργανισμός αντιδρά ενεργοποιώντας μια αλληλουχία φυσικών μηχανισμών για να τα αναπληρώσει πολύ γρήγορα.
Η αναπλήρωση αρχίζει αμέσως, αλλά για κάθε συστατικό απαιτείται διαφορετικός χρόνος για την ολοκλήρωσή της. Πιο γρήγορα (συνήθως μέσα σε 10 λεπτά) αναπληρώνεται ο όγκος του αίματος, χάρη στα υγρά (π.χ. μια πορτοκαλάδα) που καταναλώνει ο αιμοδότης. Το πλάσμα χρειάζεται 24 ώρες για να αναπληρωθεί πλήρως, τα αιμοπετάλια 72 ώρες και τα ερυθρά αιμοσφαίρια τουλάχιστον 2-4 εβδομάδες. Γι’ αυτό συνιστάται να υπάρχει χρονική απόσταση τουλάχιστον τριών μηνών μεταξύ δύο αιμοδοσιών.
Τα οφέλη που έχει η αιμοδοσία
Η έγκαιρη διάγνωση τυχόν προβλημάτων υγείας και λοιμώξεων και η πρόληψη χρόνιων παθήσεων είναι τα σημαντικότερα από τα οφέλη της, δίχως βεβαίως να παραγνωρίζουμε τις θετικές ψυχοκοινωνικές επιδράσεις της (αυτοπραγμάτωση, αυτοεκτίμηση, ατομική καταξίωση, κοινωνική συμμετοχή, κοινωνική αναγνώριση, αίσθηση ατομικής και οικογενειακής προστασίας).
Κάθε εθελοντής αιμοδότης ουσιαστικά υποβάλλεται σε ένα μίνι τσεκάπ από τον γιατρό της αιμοληψίας – και αυτό γίνεται κάθε φορά που δίνει αίμα. Το τσεκάπ συμπεριλαμβάνει ερωτήσεις για το ιατρικό ιστορικό, τη γενική κατάσταση της υγείας και τον τρόπο ζωής του, καθώς και τον έλεγχο τηςαιμοσφαιρίνης, της αρτηριακής πίεσης και των σφυγμών του. Αν απαιτηθεί, ελέγχεται επίσης η θερμοκρασία του σώματος, γίνεται ψηλάφηση οργάνων, επισκόπηση των βλεννογόνων (λ.χ. μάτια, στόμα) κ.λπ.
Αν κριθεί έπειτα απ’ όλα αυτά κατάλληλος και γίνει αιμοληψία, ένα δείγμα από το αίμα του θα εξεταστεί κάθε φορά για ηπατίτιδα Β και ηπατίτιδα C(HBV, HCV), AIDS (ιός HIV), λεμφοτρόπο ιό (HTLV) και σύφιλη. Για την ηπατίτιδα Β διαπιστώνεται 1 φορέας ανά 474 αιμοδότες, για την πατίτιδα C διαπιστώνεται 1 φορέας ανά 1.958 αιμοδότες ενώ για τον ιός του AIDS (HIV) υπάρχει ένας φορέας ανά 9.216 αιμοδότες.
Επιπλέον, τα τελευταία τρία χρόνια λόγω της επιδημίας από τον ιό του Δυτικού Νείλου, που μεταφέρεται από μολυσμένα κουνούπια σε μερικές περιοχές της χώρας μας κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, οι αιμοδότες των περιοχών αυτών εξετάζονται για τον ιό αυτό με σκοπό την πρόληψη της μετάδοσης με τη μετάγγιση. Αν ένας αιμοδότης βρεθεί θετικός σε κάποιον από αυτούς τους λοιμογόνους παράγοντες, παραπέμπεται στους κατάλληλους γιατρούς για περαιτέρω διερεύνηση και θεραπεία – και φυσικά το αίμα του καταστρέφεται.
Από ποια χρόνια νοσήματα προστατεύονται οι αιμοδότες;
Μελέτες έχουν δείξει ότι οι άνθρωποι ηλικίας 43-61 ετών που ήταν συστηματικοί αιμοδότες (έδιναν αίμα τουλάχιστον 2 φορές τον χρόνο) διατρέχουν έως και κατά 88% μικρότερο κίνδυνο να εμφανίσουν καρδιοπάθεια, υπέρταση, σακχαρώδη διαβήτη, υπερχοληστεριναιμία(αυξημένη χοληστερίνη στο αίμα) και εμβολικά επεισόδια (λ.χ. εγκεφαλικό).
Επιπλέον, οι αιμοδότες που πάσχουν από την επονομαζόμενη κληρονομική αιμοχρωμάτωση, κατά την οποία ο οργανισμός τους υπερπαράγει σίδηρο, αποκομίζουν πρόσθετο όφελος, διότι η υπερφόρτωση του οργανισμού με σίδηρο μπορεί να οδηγήσει σε κίρρωση του ήπατος, ανεπάρκεια οργάνων και μείωση του προσδόκιμου επιβίωσης.
Επιπλέον, οι αιμοδότες που πάσχουν από την επονομαζόμενη κληρονομική αιμοχρωμάτωση, κατά την οποία ο οργανισμός τους υπερπαράγει σίδηρο, αποκομίζουν πρόσθετο όφελος, διότι η υπερφόρτωση του οργανισμού με σίδηρο μπορεί να οδηγήσει σε κίρρωση του ήπατος, ανεπάρκεια οργάνων και μείωση του προσδόκιμου επιβίωσης.
Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι η συστηματική αιμοδοσία προστατεύει από κάποιες μορφές καρκίνου (λ.χ. ήπατος, πνεύμονος, παχέος εντέρου, στομάχου).
Όφελος από τον χαμηλό σίδηρο
Πιστεύεται ότι η συστηματική αιμοδοσία προστατεύει τον οργανισμό κυρίως μέσω της επίδρασής της στον σίδηρο. Η οξείδωση του σιδήρου φαίνεται πως προκαλεί βλάβες στα κύτταρα και τους ιστούς, ενώ η τακτή μείωση των επιπέδων του δρα προστατευτικά στο καρδιαγγειακό και σε άλλα συστήματα. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η επιθυμητή αυτή μείωση του σιδήρου θα πρέπει να είναι ελεγχόμενη ώστε να μην προκαλέσει σιδηροπενική αναιμία.
Να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα, το 47% έχουν ομάδα Ο, το 42% έχουν ομάδα Α, το 8% έχουν ομάδα Β και το 3% έχουν ομάδα ΑΒ. Το 85% έχουν ρέζους θετικό (Rh+) και το 15% έχουν ρέζους αρνητικό (Rh-).
healthyliving.gr
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου